Συναρμολογούμενη Κατασκευή: Κύκνος
Ενημερώσου για τις συμπληρωματικές εκπτώσεις ανάλογα το τελικό σύνολο της παραγγελίας κάνοντας
κλικ εδώ.
Κύκνος (πτηνό) | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
|
||||||||||||||
Είδη | ||||||||||||||
6-7 living, see text. | ||||||||||||||
Συνώνυμα | ||||||||||||||
Cygnanser Kretzoi, 1957 |
Χαρακτηριστικά
Έχουν μακρύ λαιμό, αναλογικά βαρύ σώμα, μεγάλα πόδια, ενώ πετούν με αργά χτυπήματα τών φτερών και τον λαιμό εκτεταμένο. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι το μήκος τού λαιμού τους, ο οποίος φέρει 23-25 σπονδύλους, αντί των 18-19 που φέρουν τα υπόλοιπα Χηνόμορφα. Τα είδη που ζουν στο Βόρειο Ημισφαίριο έχουν μια πολύ επιμήκη τραχεία, η οποία συστρέφεται στο στέρνο, διάταξη που απαντάται και στα Γερανόμορφα. Μεταναστεύουν πετώντας σε διαγώνιο σχηματισμό ή σε σχηματισμό V, πετώντας σε μεγάλο ύψος. Κανένα άλλο υδρόβιο πουλί δεν φτάνει την ταχύτητα με την οποία κινείται είτε στο νερό είτε σtον αέρα. Τρέφονται με υδρόβια φυτά τσαλαβουτώντας επιφανειακά στα ρηχά νερά, και όχι με κατάδυση. Είτε κολυμπούν είτε στέκονται, τα είδη Cygnus olor και Cygnus atratus συχνά διπλώνουν το ένα πόδι πίσω στην πλάτη. Το αρσενικό και το θηλυκό έχουν παρόμοια εμφάνιση. Αντίθετα με ό,τι πιστεύεται, οι κύκνοι παράγουν μια ποικιλία φωνών. Είναι κοινωνικοί, εκτός από την περίοδο τής αναπαραγωγής. Τότε κάθε ζευγάρι απομονώνεται στην εδαφική του περιοχή, την οποία υπερασπίζεται σθεναρά εναντίον των καταπατητών. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαθέσιμη εδαφική ζώνη είναι περιορισμένη, τα πουλιά φωλιάζουν σε αποικίες. Η φωλιά, η οποία χτίζεται συνήθως στις όχθες και μερικές φορές επιπλέει, αποτελείται από έναν σωρό υδρόβιων φυτών, τα οποία συλλέγουν τόσο το αρσενικό όσο και το θηλυκό. Τρέφονται με σπόρους και ρίζες φυτών, σκουλήκια και όστρακα. Οι κύκνοι ζευγαρώνουν με έναν σύντροφο ισόβια. Η ερωτική συμπεριφορά τους περιλαμβάνει αμοιβαίο βύθισμα του ράμφους ή στάσεις με τα κεφάλια τους ενωμένα. Το θηλυκό επωάζει κατά μέσον όρο 6 αβγά, ανοιχτόχρωμα και χωρίς κηλίδες, ενώ το αρσενικό είναι άγρυπνος φύλακας, ενώ σε μερικά είδη το αρσενικό συμμετέχει και στην επώαση. Σε περίπτωση επίθεσης, αφού απωθήσουν τον εχθρό, οι κύκνοι παράγουν μια θριαμβευτική κραυγή, όπως και οι χήνες. Τα μικρά γεννιούνται με κοντό λαιμό και χνουδωτά, αν και είναι ικανά να πετούν και να κολυμπούν μόλις μερικές ώρες αφού εκκολαφθούν. Οι γονείς τα φροντίζουν προσεκτικά για πολλούς μήνες, ενώ σε ορισμένα είδη η μητέρα τα μεταφέρει στην πλάτη της. Τα νεαρά, ανώριμα άτομα φέρουν γκρι ή καφέ στικτό φτέρωμα για 2 ή και περισσότερα χρόνια. Οι κύκνοι ενηλικιώνονται κατά το 3ο ή 4ο έτος και ζουν πιθανόν 20 χρόνια σε φυσική κατάσταση και μέχρι 50 χρόνια σε κατάσταση αιχμαλωσίας.Είδη
Από τα 7 είδη συνολικά (μερικά από αυτά αποτελούν για ορισμένους ορνιθολόγους υποείδη) τα 5 είναι ολόλευκα, με μαύρα πόδια και απαντούν στο Βόρειο Ημισφαίριο:- Ο βουβόκυκνος (Cygnus olor), με ένα μαύρο εξόγκωμα στη βάση του πορτοκαλιού ράμφους, με καμπύλη στάση του λαιμού και με έντονη κύρτωση των φτερών. Το είδος αυτό είναι ιθαγενές της Ασίας, από όπου και εισήχθη στην Ευρώπη κυρίως ως διακοσμητικό κατά τον Μεσαίωνα και μετά σε όλο τον κόσμο.
- Ο αγριόκυκνος (είδος Cygnus cygnus) είναι ένα επιθετικό πουλί, με μαύρο ράμφος, που έχει μια διακριτή κίτρινη βάση. Το υποείδος Cygnus cygnus buccinator, ή «κύκνος-τρομπέτα», ονομάζεται έτσι εξαιτίας της δυνατής κραυγής που παράγει η οποία ακούγεται πολύ μακριά, ενώ το ράμφος του είναι ολόμαυρο.
- Ο νανόκυκνος (είδος Cygnus bewickii) έχει παρόμοια χαρακτηριστικά αλλά είναι μικρότερος και πιο ήσυχος.
- Το είδος Cygnus columbianus με μαύρο ράμφος και συνήθως μια κίτρινη κηλίδα κοντά στο μάτι. Ορισμένοι ορνιθολόγοι κατατάσσουν τα 3 τελευταία είδη στο γένος Olor, διατηρώντας την ονομασία Cygnus για τον βουβόκυκνο.
- ο βουβόκυκνος[1],
- ο αγριόκυκνος και
- ο νανόκυκνος